ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΚΑΚΚΑΒΙΩΤΙΣΣΑ

Ήταν μια απόφαση της στιγμής? Λέω, πάμε στην Κακαβιώτισσα; Και δεν πάμε! απάντησε η παρέα. Η παρέα ήταν οι τρεις συμμαθητές και καλοί μου φίλοι, ο Βαγγέλης, η Ελένη και ο Γρηγόρης.

Λίγο το ότι νιώθουμε πως ζούμε μια περιπέτεια από τη στιγμή που αρχίσαμε να ασχολούμαστε με το blog your heritage, λίγο που θέλαμε να βρούμε δικαιολογία να μη διαβάσουμε, λίγο ο ωραίος ήλιος, πήραμε τον δρόμο για την Παναγία την Κακαβιώτισσα. Ένα εκκλησάκι στην κορυφή ενός βουνού, χτισμένο μέσα σ? ένα βράχο, χωρίς στέγη.

Μέχρι που έφτανε ο δρόμος, μας πήγε η μαμά του Βαγγέλη με το αυτοκίνητό της. Μετά ακολουθήσαμε το μονοπάτι. Ένα μονοπάτι στενό, που, όπως ανεβαίναμε, είχε σκαλάκια πέτρινα. Είχε και μερικά δεντράκια εδώ κι εκεί στον δρόμο και θάμνους, αστιβιές που λέμε εδώ στη Λήμνο.

«Ο χειμώνας τελειώνει» είπε κάποια στιγμή η Ελένη. «Που το κατάλαβες αυτό; Εγώ ακόμα κρυώνω» της λέω. «Να δες, η γη άρχισε να πρασινίζει, ο ήλιος μας ζεσταίνει, όλους εκτός από σένα, πάει τέλειωσε ο χειμώνας, έρχεται η άνοιξη». Τότε άρχισε να την πειράζει ο Βαγγέλης και να μας λέει αστεία κι εμείς να γελάμε κι ο ήχος της φωνής και του γέλιου μας να κάνει αντίλαλο, αφού είχαμε ανεβεί αρκετά ψηλά πια. Γυρίσαμε τότε το κεφάλι προς τα πίσω κι αντικρίσαμε το υπέροχο τοπίο. Μια καταπράσινη πεδιάδα στο βάθος και χρώματα πολλά εδώ κι εκεί. Και πιο πέρα ένα κοπάδι προβατάκια. Κι ακόμα πιο πέρα τα χωριά που φαίνονταν σαν κουκίδες, μικροσκοπικά.

Λίγο πιο πάνω αποφασίσαμε να κάνουμε μια στάση για ξεκούραση. Είχε παγκάκι και στέγαστρο σε σημείο με καταπληκτική θέα. Από εκείνο το σημείο φαινόταν πολύ καλά και η θάλασσα. Η άμμος και η θάλασσα. Και στο βάθος το νησάκι του Αγίου Ευστρατίου. Τι ομορφιά! Όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις τελικά, τόσο πιο πολύ ανακαλύπτεις και απολαμβάνεις το μεγαλείο της φύσης.

Συνεχίσαμε την ανάβαση μέχρι που ξαφνικά να μπροστά μας ο βράχος με το εκκλησάκι μέσα στη σπηλιά. Η ξεσκέπαστη εκκλησία. Η Παναγία η Κακαβιώτισσα. Κάκαβος είναι το όνομα του βουνού που μόλις είχαμε ανέβει. Ανεβήκαμε και τα τελευταία σκαλάκια, ανοίξαμε το μικρό πορτάκι και μπήκαμε στο εκκλησάκι. Προσκυνήσαμε και καθίσαμε να ξεκουραστούμε και να χαρούμε αυτή την απόλυτη ηρεμία που επικρατούσε στο χώρο. Ο Γρηγόρης, όπως πάντα, σήκωσε το drone και έβγαλε υπέροχες φωτογραφίες. Ώρες ώρες οι φωνές μας κι ο αντίλαλος απ? τα γέλια μας ακούγονταν μάλλον μέχρι την πεδιάδα. Το κάναμε κι επίτηδες κάποιες στιγμές. Μας άρεσε να ακούμε δυο φορές τη φωνή μας. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουν τα συναισθήματά μας όταν ήμασταν εκεί ψηλά. Σκεφτήκαμε πώς ζούσαν οι κυνηγημένοι για την πίστη τους, που κατέφευγαν στα βουνά για να γλιτώσουν, αλλά και να λατρέψουν το Θεό χωρίς να τους ενοχλεί κανείς.

Άρχισε να βραδιάζει κι έπρεπε να γυρίσουμε πίσω.

Επιστρέψαμε, κατεβαίνοντας αργά αργά το ίδιο μονοπάτι. Τι χαρά μας γέμισε αυτή η εκδρομή! Αυτή η βόλτα στη φύση ήταν αναζωογονητική!

Ελευθερία Ε., Ελένη Π., Βαγγέλης Φ., Γρηγόρης Ψ.

Αφήστε μια απάντηση