Η ΒΑΜΒΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗ ΛΗΜΝΟ

Η καλλιέργεια του βαμβακιού ήταν ένα από τα κύρια επαγγέλματα του νησιού μας τον προηγούμενο αιώνα. Έχοντας ακούσει πολλές φορές τον πατέρα μου να μιλάει γι? αυτήν μου γεννήθηκε η περιέργεια να μάθω περισσότερα. Έτσι τον φώναξα μια μέρα και του ζήτησα να μου εξιστορήσει όσα θυμάται από εκείνη την περίοδο της ζωής του.

Σύμφωνα με τα όσα έχει ζήσει λοιπόν και απ? όσα έχει ακούσει από τους γονείς του, η καλλιέργεια του βαμβακιού ξεκίνησε στη Λήμνο μετά την απελευθέρωσή της το έτος 1912. Στην αρχή το βαμβάκι ήταν ξερικό, δεν ποτίζονταν δηλαδή και το χρησιμοποιούσαν βασικά για την κάλυψη των αναγκών της οικογένειας σε ρούχα και σκεπάσματα. Μετά φύτεψαν κοκκινομπάμπακο για να δίνουν χρώμα στα υφαντά. Η καλλιέργεια αυτή ήταν περιορισμένη και δεν ευοδώθηκε… Σιγά σιγά η καλλιέργεια του λευκού βαμβακιού εξαπλώθηκε σε όλο το νησί και το 1937 ιδρύθηκε και ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Λήμνου με σκοπό να συλλέγει και να καθαρίζει το παραγόμενο βαμβάκι. Στο απόγειο της βαμβακοκαλλιέργειας λοιπόν η Λήμνος είχε σε ποσοστό 90% των εδαφών της σπαρμένα με βαμβάκι.

Απ? ότι μου είπε λοιπόν το βαμβάκι της Λήμνου ήταν ξακουστό για την πολύ καλή του ποιότητα. Λένε ότι τους σπόρους τους έφεραν οι Έλληνες της Αιγύπτου στο νησί.

Η καλλιέργεια του βαμβακιού άνθισε σε μια εποχή πολύ δύσκολη για τα Ελληνικά δεδομένα. Οι άνθρωποι ήταν πολύ φτωχοί και δούλευαν μέρα νύχτα στα χωράφια. Η σπορά του βαμβακιού γίνονταν μετά τις 20 Απριλίου και μέχρι τα τέλη Μαΐου. Η συλλογή ξεκινούσε αρχές Σεπτέμβρη και ολοκληρωνόταν γύρω στα Χριστούγεννα. Όπου υπήρχε νερό οι αγρότες πότιζαν τα χωράφια. Όπου δεν υπήρχε νερό η καλλιέργεια παρέμενε ξερική. Στην περίπτωση αυτή η παραγωγή ήταν μικρότερη αλλά η ποιότητα ανώτερη.

Το βαμβάκι ήταν κλεισμένο σε ένα κέλυφος το οποίο λεγόταν «στρούμπα». Οι «στρούμπες» δεν άνοιγαν όλες μαζί γι? αυτό και υπήρχαν πολλές περίοδοι συλλογής του βαμβακιού.

Για να ποτίζουν τα χωράφια οι αγρότες άρχισαν να ανοίγουν πηγάδια. Τα πηγάδια ήταν αρκετά φαρδιά, είχαν περίπου 10 μέτρα φάρδος και 10-15 μέτρα βάθος. Τα έχτιζαν γύρω γύρω με πέτρα για να κρατούν το νερό κι έτσι είχαν νερό για μεγάλες περιόδους μέσα στο έτος. Η καλλιέργεια έγινε λοιπόν επαγγελματική. Έφεραν ακόμα και μηχανές για να ποτίζουν τα χωράφια. Βέβαια η άροση, η σπορά και η συλλογή του βαμβακιού γινόταν με τα χέρια και εκεί δούλευε όλη η οικογένεια. Απ? ότι μου είπε ο πατέρας μου όλη η παραγωγή πουλιόταν, οι γονείς του κρατούσαν μόνο ένα μέρος απ? αυτήν για να το κάνουν κλωστή και να πλέξουν ή να υφάνουν μ? αυτό τα ρούχα της οικογένειας.

Η δουλειά αυτή γινόταν για χρόνια. Μέχρι που κάποια χρονιά «έπεσε» ασθένεια. Κάποιοι λέει έφεραν «ξένο» σπόρο στη Λήμνο με «αρρώστια». Ένα σκουλήκι εμφανίστηκε στα φυτά. Το σκουλήκι αυτό ήταν κλεισμένο μέσα στην «στρούμπα», στο κέλυφος δηλαδή του βαμβακιού και το κατάστρεφε πριν ωριμάσει. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους της βαμβακοκαλλιέργειας στη Λήμνο. Οι αγρότες έκαναν προσπάθειες. Έφεραν φυτοφάρμακα απ? την Αθήνα. Ψέκασαν τα χωράφια τους. Αλλά μάταια. Μετά απ? αυτό το κακό οι αγρότες δεν κατάφεραν να ξανακάνουν καλό προϊόν, ξεκίνησε και η μετανάστευση?. Το ένα κακό έφερε το άλλο?

Δάκρυσε ο πατέρας μου. Έφερε στο νου του τα χρόνια τα παλιά και θυμήθηκε ανθρώπους και καταστάσεις που είχε αφήσει στη άκρη του μυαλού του.  Άντε φτάνει τώρα μου είπε. Κι εγώ  υπάκουσα και σταμάτησα να τον ρωτάω.

Άνα-Μαρία Α.

Αφήστε μια απάντηση